ἀδικήσει

ἀδικήσει
ἀδικέω
to be
aor subj act 3rd sg (epic)
ἀδικέω
to be
fut ind mid 2nd sg
ἀδικέω
to be
fut ind act 3rd sg
ἀ̱δικήσει , ἀδικέω
to be
futperf ind mp 2nd sg (doric aeolic)
ἀ̱δικήσει , ἀδικέω
to be
futperf ind act 3rd sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Ελλάδα - Επιστήμες — ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Η επιστήμη και η τεχνολογία καθορίζουν σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία, την καθημερινή ζωή. Η ίδια όμως η έννοια της επιστήμης, όπως τη χρησιμοποιούμε στις μέρες μας, οφείλει την ύπαρξή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”